Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

H ιστορία της εργατικής Πρωτομαγιάς



Από http://makrystathis.blogspot.com/
Πρωτομαγιά σήμερα. Μια μέρα, η οποία εκτός από μια απλή πρώτη μέρα του μηνός Μαΐου, αποτελεί και παγκόσμια εργατική γιορτή. Πλήθος κόσμου κάθε χρόνο συμμετέχει στις πορείες και στις λοιπές εκδηλώσεις με θέματα τα εργασιακά δικαιώματα, τις εργασιακές συνθήκες, τη μισθοδοσία κτλ. Καλό θα είναι να μάθουμε κάποια πράγματα παραπάνω 
για την ιστορία της ημέρας που χαρακτηρίστηκε «απεργία» και όχι αργία…

Η Πρωτομαγιά καθιερώθηκε ως εργατική γιορτή τον Ιούλιο του 1889, ύστερα από απόφαση της συνέλευσης του ιδρυτικού συνεδρίου της Δεύτερης Διεθνούς (Σοσιαλιστικής Διεθνούς) στο Παρίσι, σε ανάμνηση του ξεσηκωμού των εργατών του Σικάγου την 1η Μαΐου 1886, οι οποίοι διεκδικούσαν το οκτάωρο και καλύτερες συνθήκες εργασίας και τελικά κατέληξε σε αιματοχυσία λίγες μέρες αργότερα, με την επέμβαση της αστυνομίας και των μπράβων της εργοδοσίας. Στη συνέλευση εκείνη μετείχαν 391 αντιπρόσωποι συνδικάτων από 20 χώρες. Από τη στιγμή που η Πρωτομαγιά καθιερώθηκε σαν ημέρα διεθνούς διαμαρτυρίας της εργατικής τάξης, συνδέθηκε με τους εργατικούς αγώνες και επιβλήθηκε, φυσικά μέσα από νίκες αλλά και ήττες, σαν εκδήλωση της αλληλεγγύης και της ενότητας του παγκόσμιου εργατικού κινήματος.

Τι πραγματικά συνέβη στο Σικάγο το 1886; Τα εργατικά συνδικάτα των ΗΠΑ αποφάσισαν την έναρξη απεργιακών κινητοποιήσεων την 1η Μαΐου 1886 για το οκτάωρο, ωθούμενα από τις επιτυχημένες διεκδικήσεις των καναδών συντρόφων τους. Την περίοδο εκείνη το κανονιστικό πλαίσιο εργασίας στις ΗΠΑ ήταν σχεδόν ανύπαρκτο και οι εργοδότες μπορούσαν να απασχολούν το προσωπικό τους κατά το δοκούν, ακόμη και τις Κυριακές. Στην απεργία πήραν μέρος περίπου 350.000 εργάτες σε 1.200 εργοστάσια των ΗΠΑ. Την Πρωτομαγιά του 1886 έγινε στο Σικάγο η πιο μαχητική πορεία με τη συμμετοχή 90.000 ανθρώπων. Στην κεφαλή της πορείας ήταν ο αναρχοσυνδικαλιστής Άλμπερτ Πάρσονς, η γυναίκα του Λούσι και τα επτά παιδιά τους.

Το πρώτο αίμα χύθηκε δύο ημέρες αργότερα έξω από το εργοστάσιο ΜακΚόρμικ στο Σικάγο. Απεργοσπάστες προσπάθησαν να διασπάσουν τον απεργιακό κλοιό και ακολούθησε συμπλοκή. Η Αστυνομία και οι μπράβοι της επιχείρησης επενέβησαν δυναμικά. Σκότωσαν τέσσερις απεργούς και τραυμάτισε πολλούς, προκαλώντας οργή στην εργατική τάξη της πόλης. Την επομένη αποφασίστηκε συλλαλητήριο καταδίκης της αστυνομικής βίας στην Πλατεία Χεϊμάρκετ, με πρωτοστατούντες τους αναρχικούς. Η συγκέντρωση ήταν πολυπληθής και ειρηνική. Το κακό, όμως, δεν άργησε να γίνει. Οι αστυνομικές δυνάμεις πήραν εντολή να διαλύσουν δια της βίας τη συγκέντρωση και τότε από το πλήθος των απωθούμενων διαδηλωτών ρίφθηκε μια χειροβομβίδα προς το μέρος τους, η οποία εξερράγη, σκοτώνοντας έναν αστυνομικό και τραυματίζοντας δεκάδες. Η αστυνομία άνοιξε πυρ κατά βούληση κατά των συγκεντρωμένων, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον τέσσερις διαδηλωτές και να τραυματιστεί απροσδιόριστος αριθμός, ενώ έξι αστυνομικοί έχασαν τη ζωή τους από πυρά (φίλια ή των διαδηλωτών παραμένει ανεξακρίβωτο), ανεβάζοντας τον αριθμό τους σε επτά.

Για τη βομβιστική επίθεση, που προκάλεσε τον θάνατο του αστυνομικού, κατηγορήθηκαν οι αναρχοσυνδικαλιστές Άουγκουστ Σπις, Γκέοργκ Έγκελ, Άντολφ Φίσερ, Λούις Λινγκ, Μίκαελ Σβαμπ, Σάμουελ Φίλντεν, Όσκαρ Νίμπι και Άλμπερτ Πάρσονς, που ήταν από τους οργανωτές της διαδήλωσης. Όλοι, εκτός του Πάρσονς και του Φίλντεν, ήταν Γερμανοί μετανάστες. Η δίκη των οκτώ ξεκίνησε στις 21 Ιουνίου 1886. Ο εισαγγελέας Τζούλιους Γκρίνελ ζήτησε τη θανατική ποινή και για τους οκτώ κατηγορουμένους, χωρίς να προσκομίσει κανένα στοιχείο που να τους συνδέει με τη βομβιστική επίθεση. Απλώς, είπε ότι οι κατηγορούμενοι ενθάρρυναν με τους λόγους τους τον άγνωστο βομβιστή να πραγματοποιήσει την αποτρόπαια πράξη του, γι' αυτό κρίνονται ένοχοι συνωμοσίας. Από την πλευρά της, η υπεράσπιση έκανε λόγο για προβοκάτσια και συνέδεσε τη βομβιστική επίθεση με το διαβόητο πρακτορείο ντετέκτιβ «Πίνκερτον», που συχνά χρησιμοποιούσαν οι εργοδότες ως απεργοσπαστικό μηχανισμό. Οι ένορκοι εξέδωσαν την ετυμηγορία τους στις 20 Αυγούστου 1886 κι έκριναν ενόχους και τους οκτώ κατηγορούμενους. Οι Σπις, Έγκελ, Φίσερ, Λινγκ, Σβαμπ, Φίλντεν και Πάρσονς καταδικάστηκαν σε θάνατο, ενώ ο Νίμπι σε κάθειρξη 15 ετών. Μετά την εξάντληση και του τελευταίου ενδίκου μέσου, ο κυβερνήτης της Πολιτείας του Ιλινόις, Ρίτσαρντ Όγκλεσμπι, μετέτρεψε σε ισόβια τις θανατικές ποινές των Σβαμπ και Φίλντεν, ενώ ο Λιγκ αυτοκτόνησε στο κελί του. Έτσι, στις 11 Νοεμβρίου 1887 οι Σπις, Πάρσονς, Φίσερ και Έγκελ οδηγήθηκαν στην αγχόνη, τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα». Η δίκη των οκτώ θεωρείται από διαπρεπείς αμερικανούς νομικούς ως μία από τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στην ιστορία των ΗΠΑ.

Αρκετά χρόνια αργότερα, στις 26 Ιουνίου 1893 ο κυβερνήτης του Ιλινόις, Τζον Πίτερ Άλτγκελντ παραδέχθηκε ότι και οι οκτώ καταδικασθέντες ήταν αθώοι και κατηγόρησε τις αρχές του Σικάγου ότι άφησαν ανεξέλεγκτους τους ανθρώπους του «Πίνκερτον». Ως μια ύστατη πράξη δικαίωσης έδωσε χάρη στους φυλακισμένους Φίλντεν, Νίμπε και Σβαμπ. Αυτό ήταν και το πολιτικό του τέλος. Αργότερα, ο επικεφαλής της αστυνομίας του Σικάγου, που έδωσε την εντολή για τη διάλυση της συγκέντρωσης, καταδικάσθηκε για διαφθορά. Μέχρι σήμερα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιός ήταν ο δράστης της βομβιστικής επίθεσης.

Πώς έφτασε να γιορτάζεται και να τιμάται η εργατική Πρωτομαγιά στην Ελλάδα; Στη χώρα μας, ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς έγινε το 1893, στην Αθήνα, με πρωτοβουλία του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου του Σταύρου Καλλέργη. Η 1η Μαΐου ήταν Σάββατο και εργάσιμη. Έτσι, επελέγη η Κυριακή 2 Μαΐου για να έχει η γιορτή μαζικό χαρακτήρα. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Σοσιαλιστής», που εξέδιδε ο Καλλέργης, στις 5 το απόγευμα της Κυριακής συγκεντρώθηκαν στο Στάδιο πάνω από 2.000 σοσιαλιστές και εργαζόμενοι. Η «Εφημερίς» τους υπολόγισε μόνο σε 200 και σημείωνε σε άρθρο της: «Οι πλείστοι εξ αυτών ήσαν εργάται, ευπρεπώς κατά το πλείστον ενδεδυμένοι, με ερυθράς κονκάρδας επί της κομβιοδόχης, και πολύ ήσυχοι άνθρωποι. Αυτοί είναι οι πρώτοι σοσιαλισταί εν Ελλάδι, και συνήλθον χθες εις το πρώτον αυτών εν Αθήναις συλλαλητήριον».

Οι συγκεντρωμένοι ενέκριναν ψήφισμα το οποίο είχε ως εξής:
«Συνελθόντες σήμερον την 2 Μαΐου, ημέραν Κυριακήν και ώραν 5 μ.μ. εν τω Αρχαίω Σταδίω, οι κάτωθι υπογεγραμμένοι μέλη του Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου» και υπό μισθόν πάσχοντες εψηφίσαμεν:
1) Την Κυριακήν να κλείωσι τα καταστήματα, καθ' όλην την ημέραν, και οι πολίται ν' αναπαύωνται.
2) Οι εργάται να εργάζωνται 8 ώρας την ημέραν.
3) Ν' απονέμηται σύνταξις εις τους εκ της εργασίας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς διατήρησιν εαυτών και της οικογενείας των.
4) Το συμβούλιον του «Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου» να επιδώση το ψήφισμα εις την Βουλήν.»

Το ψήφισμα επεδόθη, τελικά, στον Πρόεδρο της Βουλής την 1η Δεκεμβρίου 1893 από τον Σταύρο Καλλέργη. Ο πρωτοπόρος σοσιαλιστής ανήλθε στη συνέχεια στο δημοσιογραφικό θεωρείο και περίμενε με ανυπομονησία από τον Πρόεδρο της Βουλής να το εκφωνήσει. Αυτός κωλυσιεργούσε και «ησχολείτο εις την ανάγνωσιν ετέρων αναφορών προερχομένων εκ διαφόρων προσώπων και πραγματευομένων κατά το μάλλον και ήττον περί ανέμων και υδάτων», όπως έγραψε στον «Σοσιαλιστή». Ο Καλλέργης διαμαρτυρήθηκε μεγαλοφώνως και με εντολή του Προέδρου συνελήφθη για διατάραξη της συνεδρίασης. Οι στρατιώτες της φρουράς, αφού τον κτύπησαν με τα κοντάκια των όπλων τους, τον μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα, όπου παρέμεινε επί διήμερο. Στις 9 Δεκεμβρίου 1893 δικάστηκε και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 10 ημερών, τις οποίες εξέτισε στις φυλακές του Παλαιού Στρατώνα. Με τον περιπετειώδη αυτό τρόπο έληξε και τυπικά ο πρώτος εορτασμός της Εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα.

Από εκεί και πέρα η Πρωτομαγιά παρέμεινε μια ιδιαίτερη μέρα με πολλά σημαντικά και ιστορικά γεγονότα να συμβαίνουν κατά τη διάρκειά της! Το 1908 στο Βόλο συγκροτείται το πρώτο Εργατικό Κέντρο. Ακολουθεί την επόμενη χρονιά η δημιουργία της «Φεντερασιόν» στη Θεσσαλονίκη και το 1910 συγκροτείται το Εργατικό Κέντρο Αθήνας, το γνωστό ΕΚΑ. Αργότερα, το 1911 στη Θεσσαλονίκη στην παρέλαση του πήραν μέρος Ελληνες, Τούρκοι, Ισραηλίτες, Βούλγαροι και ομιλητές ήταν οι: Βλαχώφ, Παπαθωμάς, Αρδίττι, Ιχσάν και ο Μπεναρόγια. Κόκκινες οι σημαίες και ο ύμνος της Διεθνούς σε όλες τις γλώσσες. Μετά την παρέλαση 7.000 απεργών, οι τουρκικές αρχές συνέλαβαν τέσσερις πρωτεργάτες συνδικαλιστές, τους Σαμουήλ Γιονά (γραμματέα του σωματείου καπνεργατών), Σαμπετάι Λεβί, Ιχσάν (γραμματέα Τούρκων καπνεργατών) και τον Μπεναρόγια, εν όψει της επίσκεψης του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ σε Μακεδονία και Αλβανία, «εκκαθαρίζοντας» έτσι την πόλη από τους επικίνδυνους σοσιαλιστές.

Το 1914 ψηφίζεται ο νόμος 281 περί σωματείων, με τον οποίο καθιερώνεται το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Τον Οκτώβριο του 1918 συγκροτείται η ΓΣΕΕ. Στη συνέχεια, λίγες ημέρες μετά και ένα χρόνο από την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, ιδρύεται το σοσιαλιστικό κόμμα ΣΕΚΕ. ην Πρωτομαγιά του 1926 κυριότερο αίτημα ήταν «να λυθεί το προσφυγικό πρόβλημα. Τα χρόνια του Μεσοπολέμου, το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και κατά συνέπεια η κορυφαία εκδήλωση της εργατικής τάξης σημαδεύονται από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, τα δικτατορικά ή φασιστικά καθεστώτα, το «ιδιώνυμο» του (φιλελεύθερου) Βενιζέλου κατά των κομμουνιστών, αλλά και από τους εκατοντάδες χιλιάδες προλετάριους-πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία που είχαν κατακλύσει τις παρυφές, κυρίως, των μεγάλων αστικών κέντρων. Στον οργανωτικό τομέα κυριαρχεί η πολυδιάσπαση και η λειτουργία τριών Εργατικών Συνομοσπονδιών (είχαν σχηματιστεί η Ενωτική, η ΓΣΕΕ και η Πανελλαδική Συνομοσπονδία). Την 1η Μαΐου 1944 κι ενώ πλησιάζει το τέλος του φασιστικού ναζιστικού άξονα, τα κατοχικά στρατεύματα εκτελούν 200 κρατούμενους στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Μετά τον πόλεμο, το 1945 και το 1946, εορτάστηκε ελεύθερα η Εργατική Πρωτομαγιά. Υστερα από 17 χρόνια, ξαναγιορτάζεται ελεύθερα η Εργατική Πρωτομαγιά το 1963 στο γήπεδο του ΠΑΟ (Λ. Αλεξάνδρας) με ομιλητή τον Ορέστη Χατζηβασιλείου. Τέλος, την Πρωτομαγιά του 1976 κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες, ο Αλέκος Παναγούλης σκοτώνεται σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Λίγες μέρες μετά, ένας άνθρωπος παρουσιάζεται στην Ασφάλεια και λέει ότι αυτός χτύπησε τον Παναγούλη, αλλά ήταν ατύχημα. Στην αναπαράσταση του τροχαίου κανείς δεν τον πιστεύει. Τα πρώτα συνθήματα είχαν αρχίσει να ακούγονται· «Ο Παναγούλης Ζει». Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι όλων των παρατάξεων μαζεύονται για να συνοδεύσουν τον ήρωα του αντιδικτατορικού αγώνα στην τελευταία του κατοικία.

Αυτή ήταν μια σύντομη παρουσίαση της ιστορίας της εργατικής Πρωτομαγιάς, μιας ημέρας μνήμης, τιμής και αγώνα για τους απανταχού εργάτες ανά τον κόσμο. Σήμερα εκείνοι οι αγώνες μοιάζουν πιο επίκαιροι από ποτέ και συνεχίζουν να εμπνέουν τον εργαζόμενο λαό. Άλλωστε, όπως γράφει και το πανό της εικόνας, ΟΡΓΑΝΩΘΕΙΤΕ-ΕΝΩΘΕΙΤΕ-ΠΑΛΕΨΤΕ! Το εργατικό, και όχι μόνο, κίνημα θα καταφέρει εν τέλει να πετύχει τους στόχους του μόνο εάν παραμείνει οργανωμένο, ενωμένο και πάνω απ’ όλα μαχητικό. Μέσα από διαρκή και οργανωμένο αγώνα μπορούμε να πετύχουμε πολλά! Η νίκη δεν είναι ανέφικτος στόχος, ούτε είναι μακριά. Θα επιτευχθεί!

Πέμπτη 5 Απριλίου 2012

Κώστας Γεωργάκης, ένας φοιτητής που αυτοπυρπολήθηκε για τη δημοκρατία



Φοιτητής της Γεωλογίας από την Κέρκυρα, που αυτοπυρπολήθηκε στις19 Σεπτεμβρίου 1970 στη Γένοβα, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τοστρατιωτικό καθεστώς της Ελλάδας.
Γεννήθηκε στις 23 Αυγούστου 1948 και ήταν μέλος της ΕΔΗΝ, της Νεολαίας της Ενώσεως Κέντρου. Τον Ιούλιο του 1970 αποκάλυψε ανώνυμα ότι η Χούντα των Αθηνών είχε διεισδύσει με ανθρώπους της και διαβρώσει τις ελληνικές φοιτητικές οργανώσεις στην Ιταλία. Η ταυτότητά του γρήγορα έγινε γνωστή και ο ίδιος φοβούμενος για την τύχη της οικογένειάς του στην Ελλάδα αποφάσισε να κάνει μια εντυπωσιακή ενέργεια, που θα προκαλέσει την προσοχή της διεθνούς κοινής γνώμης για την κατάσταση στην Ελλάδα.
Το βράδυ της 18ης Σεπτεμβρίου 1970, ο Γεωργάκης έγραψε ένα γράμμα στον πατέρα του, όπου ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ο γιος σου δεν είναι ήρωας, είναι ένας άνθρωπος σαν τους άλλους, ίσως μάλιστα να φοβάμαι και λίγο περισσότερο… Φίλα τη γη μας για μένα».
Αφού τελείωσε το γράμμα, βγήκε από το σπίτι και με το 500αράκι Φιατάκι του, που είχε κολλημένη μια φωτογραφία του Ανδρέα Παπανδρέου στο παρμπρίζ του, έφτασε στις 3 τα ξημερώματα στην Πλατεία Ματεότι της Γένοβας. Από το πορτ μπαγκάζ πήρε τρία μπουκάλια γεμάτα βενζίνη και ύστερα κατευθύνθηκε προς τα σκαλιά του Παλάτσο Ντουκάλε, στο οποίο στεγάζονταν τότε τα δικαστήρια της πόλης. Κάτω από τη μεγάλη στοά, άνοιξε τα μπουκάλια και έριξε τη βενζίνη στα ρούχα του. Μετά άναψε το σπίρτο...
Εκείνη την ώρα στην πλατεία ήταν μόνο μια ομάδα εργατών καθαριότητας, οι οποίοι έτρεξαν να βοηθήσουν τον έλληνα φοιτητή. Όταν έφθασαν κοντά του, οι φλόγες είχαν ήδη τυλίξει το σώμα του, ωστόσο ο Κώστας Γεωργάκης είχε ακόμη το κουράγιο να φωνάξει: «Ζήτω η ελεύθερη Ελλάδα». Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου δέκα ώρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή. Στο σημείο της θυσίας υπάρχει σήμερα μια μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή στα ιταλικά: «Η Ελλάδα θα τον θυμάται για πάντα».
Η Χούντα αποσιώπησε το γεγονός κι επέτρεψε τη μεταφορά της σορού του στη γενέτειρά του με καθυστέρηση τεσσάρων μηνών, φοβούμενη τη λαϊκή αντίδραση. Η πράξη του αφύπνισε τη διεθνή κοινή γνώμη για την κατάσταση στην Ελλάδα, που στέναζε κάτω από την μπότα των Συνταγματαρχών.
Ο τάφος του Κώστα Γεωργάκη βρίσκεται στο Α' Δημοτικό Νεκροταφείο της Κέρκυρας. Μια μικρή πλατεία της πόλης φέρει το όνομά του, ενώ έχει αναγερθεί ένα μνημείο προς τιμήν του.
Η αυτοθυσία του φοιτητή Κώστα Γεωργάκη είναι μοναδικό και ξεχωριστό γεγονός στην αντίσταση κατά της Χούντας, προάγγελος της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Ο μεγάλος μας ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος απαθανάτισε τη θυσία του με τους στίχους από το ποίημά του «Η Θέα του Κόσμου»: «…ήσουν η φωτεινή περίληψη του δράματός μας…στην ίδια λαμπάδα τη μία, τ' αναστάσιμο φως κι ο επιτάφιος θρήνος μας…»
© ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ
Maira Gall